Σε βαρύ… χαρτί της Ελλάδας μετατρέπεται ο Αμερικανός Πρέσβης
STRATEGO | 14/05/20
Την στήριξη των ΗΠΑ προς την Ελλάδα εξέφρασε για μία ακόμα φορά ο Αμερικανός Πρέσβης των ΗΠΑ, έπειτα από συνάντηση που είχε με τον Έλληνα Υπουργό Ανάπτυξης, Άδωνη Γεωργιάδη.
‘’Οι ΗΠΑ θα παραμείνουν ισχυρός εταίρος της Ελλάδας στην πορεία της για την οικονομική ανάπτυξη’’, ήταν η φράση που χρησιμοποίησε μέσω Twitter το Τζέφρι Πάιατ αναγγέλοντας το στενό διάλογο που είχε
Αντικείμενο της συνάντησης των δύο ανδρών, ήταν περισσότερο ζητήματα ανάπτυξης και οικονομίας, παρά εθνικού χαρακτήρος θέματα.
Επί τάπητος τέθηκαν ανοιχτές υποθέσεις, όπως η επένδυση του Ελληνικού, και ο τρόπος με τον οποίο αμερικανικές εταιρίες εμπλέκονται στην τέλεση του πολύ σημαντικού αυτού έργου, όπως και γενικότερα αναφορές στις ιδιωτικοποιήσεις που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία.
Συγχρόνως, αντικείμενο συζήτησης ανάμεσα στους δύο άνδρες αποτέλεσε και η συνεργασία της Ελλάδα με το αμερικανικό κυβερνητικό οργανισμό αναπτυξιακής χρηματοδότησης, που σχετίζονται με την υποστήριξη στρατηγικών επενδύσεων.
Σε γενικές γραμμές, είναι έκδηλη η διάθεση που η Ελλάδα δείχνει να χτίσει γέφυρες με την Ουάσινγκτον. Η καλές σχέσεις Τραμπ – Ερντογάν θα μπορούσε να είχαν πείσει την ελληνική πλευρά να εγκαταλείψει πλήρως το διάλογο με τις ΗΠΑ, θεωρώντας πως είναι ‘’χαμένος κόπος’’.
Μία τέτοια κίνηση όμως θα ‘’χάριζε’’ στην Τουρκία ένα σύμμαχο, και αυτό είναι κάτι που η Ελλάδα δεν το επιθυμεί για κανέναν απολύτως λόγο.
Όπως φαίνεται, η εκτίμηση του Μεγάρου Μαξίμου στον Αμερικανό Πρέσβη της Αθήνας είναι έκδηλη, αφού με τον καιρό αυξάνονται οι συναντήσεις του με μέλη της κυβέρνησης.
Στόχος όπως αποδεικνύεται είναι η χώρα μας να κρατήσει όσο πιο ‘’ζεστές’’ γίνεται της σχέσεις με τις ΗΠΑ, έχοντας και τη ματιά στραμμένη στις επικείμενες Προεδρικές Εκλογές, εκεί όπου η επανεκλογή του ‘’φίλου’’ του Ταγίπ Ερντογάν, μόνο βέβαιοι δεν είναι.
Άλλωστε δεν είναι κρυφό πως εντός της ελληνικής διπλωματίας υπάρχει σαφής πεποίθηση πως μία επικείμενη επιστροφή των Δημοκρατικών στον Λευκό Οίκο, θα επιφέρει αλλαγές σε σχέση με την επικοινωνία Ουάσινγκτον – Άγκυρας.