Ποιοι είναι οι όροι που βάζει στο τραπέζι η Αθήνα και κατά πόσο όντως θέλει να συμμετέχει σε έναν σχετικό διάλογο;
STRATEGO | 31/08/20
Η διενέργεια διαλόγου ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία αποτελεί μακράν το θέμα των ημερών, και εκτός των άλλων, είναι και ο μεγάλος στόχος που βάζει τόσο η Ευρωπαική Ένωση, όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες, με στόχο το οριστικό «στοπ» στις διενέξεις ανάμεσα στις δύο χώρες.
Πόσο πιθανό όμως είναι τέτοιο σενάριο; Τι μπορεί να κάνει την Ελλάδα και την Τουρκία να δεχθούν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι;
Για τον παράγοντα της Τουρκίας τα έχουμε προσφάτως αναλύσει, με αποτέλεσμα να μην χρειάζεται να προσθέσουμε κάτι παραπάνω.
Πλέον, μεγάλο ερωτηματικό αποτελεί η περίπτωση της Ελλάδας, υπό την έννοια πως παραμένει επί του παρόντος άγνωστο το κατά πόσο και αν επιδιώκει όντως την διενέργεια ενός διαλόγου.
Πριν από όλα τα άλλα, η ελληνική κυβέρνηση έχει τονίσει σε κάθε τόνο πως δεν πρόκειται να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όσο η Τουρκία υιοθετεί πρακτικές απειλών, εκβιασμών και προκλήσεων.
Ξετυλίγοντας το σχετικό «κουβάρι» οφείλουμε να υπογραμμίσουμε πως στο Μαξίμου γνωρίζουν καλά πως σε περίπτωση που όντως ο διάλογος πραγματοποιηθεί, δεν θα τηρηθούν ίσοι όροι και ίσες αποστάσεις.
Καλώς ή κακώς η Τουρκία αποτελεί την μεγάλη ευνοημένη, κυρίως του Βερολίνου και της Ουάσινγκτον, με αποτέλεσμα από τώρα να είναι ευρέως γνωστό πως θα αναλυθούν και θα αποφασιστούν πράγματα τα οποία και βλάπτουν τα συμφέροντα της ελληνικής πλευράς.
Σε πρόσφατες τοποθετήσεις του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει τονίσει πως σε περίπτωση που εντός του διαλόγου υπάρξουν αντίθετες απόψεις, τότε η λύση θα βρεθεί στην Χάγη, δίχως όμως να υπολογίζει το γεγονός πως η πλευρά των εταίρων και των δύο χωρών θα επιδιώξει οι όποιες διαφορές να λυθούν άμεσα.
Συμπερασματικά, στην κυβέρνηση γνωρίζουν καλά πως όσο ο Ερντογάν δεν κάνει βήματα προς τα πίσω, τόσο καθυστερεί η διενέργεια ενός διαλόγου ο οποίος θα αποδειχθεί σε μία ιδιαιτέρως σκληρή παρτίδα πόκερ.