Ιδιαιτέρως βαρύς είναι ο φόρος αίματος που πληρώνουν οι άμαχοι στη Μαριούπολη. Σύμφωνα με τον δήμαρχο της «μαρτυρικής» πόλης που κατοικούνταν από μισό εκατομμύριο πολίτες και αποτελούσε το μεγαλύτερο λιμάνι της Αζοφικής θάλασσας, οι άμαχοι που έχουν χάσει τη ζωή τους από την έναρξη του πολέμου ξεπερνούν τις δέκα χιλιάδες, ενώ εξέφρασε φόβους ότι είναι πολύ πιθανό ο αριθμός να διπλασιαστεί.
Με δηλώσεις του στο ειδησεογραφικό πρακτορείο “Associated Press”, ο Βαντίμ Μποϊτσένκο, αφού απέδωσε στην προσπάθεια των Ρώσων να αποκρύψουν τις δολοφονίες που διαπράττουν την ευθύνη της αδυναμίας να φθάσει η ανθρωπιστική βοήθεια στην πόλη, έκανε αποκαλύψεις σχετικά με τις καταγγελίες για κρεματόρια που έφεραν οι δυνάμεις του Κρεμλίνου στη Μαριούπολη για να «καλύψουν» τις θηριωδίες τους, τονίζοντας τις άθλιες συνθήκες κάτω από τις οποίες εξακολουθούν να διαβιούν οι εναπομείναντες εγκλωβισμένοι κάτοικοι:
«Οι ρωσικές δυνάμεις μετέφεραν πολλές σορούς σ’ ένα τεράστιο εμπορικό κέντρο όπου υπάρχουν αποθηκευτικοί χώροι και ψυγεία. Έφθασαν κινητά κρεματόρια με την μορφή φορτηγών. Τα ανοίγεις και μέσα υπάρχει ένας σωλήνας όπου καίνε αυτές τις σορούς. στη Μαριούπολη παραμένουν εκατόν είκοσι χιλιάδες κάτοικοι οι οποίοι χρειάζονται επειγόντως τρόφιμα, νερό, θέρμανση και επικοινωνίες».
Η Μαριούπολη, που έχει μετατραπεί σε πόλη «φάντασμα» βρισκόταν υπό πολιορκία από τα τέλη Φεβρουαρίου, ενώ εδώ και αρκετές εβδομάδες έχουν καταστραφεί οι υποδομές στερώντας την παροχή του ηλεκτρικού ρεύματος και «βυθίζοντας» την πόλη στο σκοτάδι και το κρύο. Οι εναπομείναντες κάτοικοι αποστραγγίζουν νερό από καλοριφέρ και αναγκάζονται να τρώνε αδέσποτα σκυλιά προκειμένου να επιβιώσουν.
Την ίδια ώρα τις καταγγελίες Ουκρανών αξιωματούχων σχετικά με την τύχη δεκάδων χιλιάδων συμπατριωτών τους, ήρθε να ενισχύσει ο Μποϊτσένκο, ισχυριζόμενος ότι πολίτες της χώρας οδηγούνται σε στρατόπεδα «φιλτραρίσματος» που ελέγχουν αυτονομιστές, προτού καταλήξουν σε ρωσικό έδαφος, με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για περισσότερους από τριάντα χιλιάδες.