Η αλλαγή «φρουράς» στο πρωθυπουργικό γραφείο του Ισραήλ, διαταράσσει ισορροπίες και βεβαιότητες όχι μόνο στο εσωτερικό της χώρας αλλά και σε όλη τη Μέση Ανατολή και επηρεάζει με την αβεβαιότητα την οποία προκαλεί, ένα ευρύτερο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων, εμπλέκοντας περιφερειακές και παγκόσμιες δυνάμεις που με τον ένα η άλλο τρόπο πρωταγωνιστούν στη σοβαρότερη και πιο επικίνδυνη διεθνή διένεξη.
Το ερώτημα μας πριν λίγο καιρό σε έναν ισχυρό παράγοντα του ισραηλινού Υπουργείου Εξωτερικών: «Τι θα συμβεί εάν ο Νετανιάχου χάσει την πρωθυπουργία;». Η απάντηση δόθηκε χωρίς δεύτερη σκέψη: «Η εξωτερική πολιτική, οι στρατηγικές επιλογές του Ισραήλ δεν εξαρτώνται από έναν πρωθυπουργό ή από έναν Υπουργό Εξωτερικών. Υπάρχουν θεσμοί του κράτους που χαράσσουν την πολιτική, που καθορίζουν τις επιλογές…».
Το ίδιο διαβεβαιώνει και ο ισραηλινός πρέσβης στην Ελλάδα Γιόσι Αμράνι, που έσπευσε σε συνάντηση με δημοσιογράφους να στείλει καθησυχαστικά μηνύματα ότι η κυβερνητική αλλαγή δε θα επηρεάσει τις σχέσεις των δυο χωρών που έχουν πάρει στρατηγικό χαρακτήρα. Βεβαίως, η πολιτική θα διαμορφωθεί στην Ιερουσαλήμ και όχι στην ελληνική πρεσβεία στην Αθήνα…
Η παρουσία Νετανιάχου στην ηγεσία του Ισραήλ για 12 χρόνια, είχε προσφέρει σε φίλους, συμμάχους και εχθρούς μια «σταθερά». Ο «Μπιμπι» άριστος γνώστης των θεμάτων της περιοχής, εξαιρετικός ισορροπιστής και μετρ του παζαριού, με πολιτική γοητεία και έναν απίστευτο δυναμισμό, άνθρωπος του ρίσκου και με αίσθημα της επιβίωσης, κυριάρχησε στις εξελίξεις στην περιοχή. Πολλές φορές δεν απέφυγε την παγίδα του να χρησιμοποιήσει θέματα όπως το Παλαιστινιακό ή η Γάζα, η κάποιον εξωτερικό εχθρό, δημιουργώντας τεχνητές εντάσεις προκειμένου να χειραγωγήσει και την εσωτερική πολιτική σκηνή.
Με τον ένα η άλλο τρόπο ο Μ. Νετανιάχου σφράγισε και καθοδήγησε με την πολιτική του και την παρουσία του, τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή την τελευταία δεκαετία. Οι δυο πόλεμοι στη Γάζα, οι εποικισμοί στη Δυτική Όχθη, οδήγησαν περισσότερο στην αποξένωση από το αραβικό και παλαιστινιακό στοιχείο και τελικά ενίσχυσαν τις ακραίες φωνές μεταξύ των Παλαιστινίων, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολη την αναζήτηση λύσης στο Παλαιστινιακό. Ο κ. Νετανιάχου επικρίθηκε ότι επιδίωξε τη διεύρυνση αυτού του χάσματος, απλώς για να νομιμοποιηθεί η επιλογή του για υποχώρηση από την πολιτική της λύσης των δυο κρατών.
Ένα χρόνο πριν με τις συμφωνίες Αβραάμ, που προώθησε ο τότε Αμερικανός πρόεδρος Τραμπ, πέτυχε ένα σημαντικό βήμα για τη χώρα του, την εξομάλυνση των σχέσεων με μια σειρά αραβικές χώρες και χώρες του Κόλπου, κάτι που και οικονομικά αλλά κυρίως πολιτικά ενίσχυσε το Ισραήλ. Σχέσεις οι οποίες δοκιμάστηκαν πάντως με την τελευταία επίθεση στη Γάζα που είχε θύματα πολλούς αμάχους.
Μέχρι τώρα ήταν ο Μ. Νετανιάχου που σε μεγάλο βαθμό μέσω και του εβραϊκού λόμπι στην Ουάσιγκτον επηρέαζε κέντρα λήψης αποφάσεων Πολύ συχνά η προσωπική επιρροή που ασκούσες ενοχλούσε στελέχη της Διοίκησης στην Ουάσιγκτον κάτι που φάνηκε ιδιαίτερα μετά την τελευταία επίθεση στη Γάζα όπου φωνές εναντίον του Ισραήλ και της πολιτικής Νετανιάχου ακούστηκαν κυρίως από το Δημοκρατικό Κόμμα.
Ένας σχηματισμός ενός κεντρώου φιλελευθέρου πρώην τηλεοπτικού δημοσιογράφου, του Γαΐρ Λαπίντ, ένα μικρο κόμμα ενός εκατομμυριούχου δεξιού εθνικιστή υπέρμαχου των εποικισμών του πρώην υπουργού άμυνας Νάφταλι Μπενετ, και του Μανσούρ Αμπάς ενός Άραβα ισραηλινού που φλερτάρει με τους ακραίους των παλαιστίνιων και είναι ριζικά αντίθετος με τους εποικισμούς, κάνουν ένα μεγάλο βήμα υψηλού ρίσκου, με μόνη συγκολλητική ουσία την επιθυμία τους να ανατρέψουν τον Νετανιάχου. Αυτό είναι το μόνο εύκολο του εγχειρήματος, καθώς ακόμη και για την εσωτερική διακυβέρνηση υπάρχει τεράστιο χάσμα απόψεων μεταξύ των τριών κυβερνητικών εταίρων.
Και θα πρέπει να φανούν πολύ δημιουργικοί, πολύ συναινετικοί και συμβιβαστικοί για να επιβιώσουν καθώς το μένος εναντίον του Νετανιάχου μόνο για λίγο καιρό θα μπορεί να τους κρατήσει μαζί. Θα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον το στίγμα που θα δώσει ο νέος πρωθυπουργός ο κ. Μπένετ μόλις αναλάβει (και εφόσον δεν υπάρξει κάποιο απρόοπτο στη διαδικασία παροχής ψήφου εμπιστοσύνης), τόσο για το Παλαιστινιακό, όσο και για το Ιράν …
Σε ό,τι αφορά στην Τουρκία είναι δεδομένο ότι θα επιχειρηθεί με τη δαιμονοποίηση του Νετανιάχου και από τις δυο πλευρές να επιχειρηθεί η αποκατάσταση τουλάχιστον των διπλωματικών σχέσεων. Ο Γ. Λαπίντ δεν έχει κρύψει την αρνητική στάση του έναντι της Τουρκίας ο κ. Μπένετ δύσκολα θα μπορούσε να αποδεχθεί όρους όπως αυτούς που θέτει ο κ. Ερντογάν και ο κ.Τσαβούσογλου για εγκατάλειψη των εποικισμών, για αποδοχή του στάτους της Γάζας, ως προϋποθέσεις για την αποκατάσταση των σχέσεων…
Ο Νετανιάχου έχει ακόμη 2 εβδομάδες μέχρι να παραδώσει την εξουσία. Πολλά μπορεί να κάνει μέχρι τότε. Κάποιοι κινδυνολογούν ότι ακόμη και πόλεμο με το Ιράν θα μπορούσε να προκαλέσει για να βραχυκυκλώσει τη νέα κυβέρνηση.
Ίσως, τα όπλα που θα έχει ως αντιπολίτευση να είναι πιο ισχυρά, εάν οι διάδοχοι του δεν τα καταφέρουν.
Γιατί ένα τέτοιο καράβι ταξιδεύοντας σε δύσκολες φουρτουνιασμένες θάλασσες θέλει από την πρώτη στιγμή καλό καπετάνιο… Θα χρειαστεί πολύ τύχη για να ταξιδέψει με έναν απλό δόκιμο…
ΠΗΓΗ: liberal.gr