Η προειδοποίηση του γηραιού γκουρού, της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και της παγκόσμιας διπλωματίας, ήταν ξεκάθαρη: «Αν δεν καταφέρουμε μια συνεννόηση με την Κίνα, τότε θα βρεθούμε σε κατάσταση ανάλογη με εκείνη που επικράτησε στην Ευρώπη παραμονές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου μακροχρόνιες συγκρούσεις έβρισκαν μια άμεση λύση, αλλά κάποια από αυτές ξέφυγε από τον έλεγχο». Ο Χένρυ Κισινγκερ στα 97 χρόνια του είναι ίσως ο πιο ειδικός να μιλήσει για την Κίνα καθώς ήταν ο πρώτος που ως ΥΠΕΞ του προέδρου Νίξον έκανε το ιστορικό άνοιγμα προς το Πεκίνο.
Μιλώντας στο Chatam House στις 26 Μαρτίου ο Κίσινγκερ παραδέχθηκε ότι είναι δικαιολογημένοι οι φόβοι απέναντι στην ταχύτατα αναπτυσσόμενη Κίνα, αλλά η απάντηση για τον ίδιο είναι: «Η Δύση πρέπει να πιστέψει στον εαυτό της. Αυτό είναι εσωτερικό μας πρόβλημα, όχι κινεζικό πρόβλημα...».
Η εξαγγελία μιας νέας επιθετικής πολιτικής απέναντι και στην Κίνα από τον πρόεδρο Μπάιντεν σηματοδότησε μια αλληλουχία γεγονότων που δείχνει πόσο δύσκολη πλέον είναι η αναζήτηση ισορροπιών σε έναν πολυπολικό κόσμο.
Η στοχοποίηση της Ρωσίας αρχικά και αμέσως μετά της Κίνας από τον νέο Αμερικανό πρόεδρο και η πίεση προς τους συμμάχους να ακολουθήσουν την Ουάσιγκτον σε αυτή την επιλογή δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, καθώς η εξάρτηση, είτε ενεργειακή προς τη Μόσχα είτε επενδυτική-εμπορική από το Πεκίνο, είναι παράγοντες που καθορίζουν τη στάση των Συμμάχων.
Η ανάσχεση της επιρροής και διείσδυσης της Κίνας στη Δύση είναι μια εξαιρετικά δύσκολη αποστολή και προφανώς δεν μπορεί να επιτευχθεί με κινήσεις όπως η απόφαση της Ουάσιγκτον στην οποία ακολούθησαν η ΕΕ, η Βρετανία και ο Καναδάς για επιβολή κυρώσεων λόγω της παραβίασης των δικαιωμάτων της μειονότητας των Ουιγούρων στην επαρχία Σιντζιάνγκ.
Η απάντηση της Κίνας είχε δοθεί χωρίς καθυστέρηση. Ο Κινέζος πρόεδρος έστειλε μαγνητοσκοπημένο μήνυμα στον λαό της Κολομβίας και μήνυμα αλληλεγγύης στον ηγέτη της Βόρειας Κορέας, ο Ρώσος υπουργός εξωτερικών Σ. Λαβρόφ έφθασε στο Πεκίνο για συνομιλίες και συντονισμό σε ένα αντιαμερικανικό μέτωπο με την Κίνα και ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Ουάνγκ Γι άρχισε περιοδεία στη Μέση Ανατολή και στην Τουρκία σε παραδοσιακούς περιφερειακούς συμμάχους των ΗΠΑ. Και φρόντισε πριν φθάσει στη Μέση Ανατολή να σταματήσει στην Τεχεράνη υπογράφοντας μια συμφωνία-μαμούθ με το Ιράν ύψους 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων για 25 χρόνια, μια συμφωνία η οποία θα διευρύνει και θα μονιμοποιήσει τη διείσδυση της Κίνας στην κρίσιμη αυτή περιοχή και σε έναν στρατηγικό αντίπαλο των ΗΠΑ.
Όμως το ενδιαφέρον είναι ότι η Κίνα με την επίσκεψη του ΥΠΕΞ Ουάνγκ Γι σε έξι χώρες δείχνει την προσήλωση της χώρας του στη διεύρυνση της επιρροής στο μήκος της κρίσιμης θαλάσσιας οδού που συνδέει την Ασία με την Ευρώπη μέσω του Σουέζ και συγχρόνως την επιδίωξη για παρουσία ως παγκόσμιας δύναμης στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ο Ουαάνγκ Γι αναφέρθηκε σε πέντε αρχές που πρέπει να ακολουθούν τα κράτη της Μεσης Ανατολής για να αποκατασταθεί η ειρήνη και η ασφάλεια: οι αντίπαλοι της περιοχής πρέπει «να σέβονται ο ένας τον άλλον, να υποστηρίζουν την ισότητα και τη δικαιοσύνη, να επιτυγχάνουν τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, να προωθούν από κοινού τη συλλογική ασφάλεια και να επιταχύνουν την αναπτυξιακή συνεργασία». Και ο Κινέζος υπουργός πριν αναχωρήσει για τη Μέση Ανατολή δήλωσε ότι η Κίνα θα ήταν πρόθυμη να φιλοξενήσει έναν πολυμερή διάλογο για την ασφάλεια του Κόλπου, ο οποίος αρχικά θα επικεντρωνόταν στην εξασφάλιση εγκαταστάσεων και των ναυτικών θαλάσσιων οδών.
Αλλά και ο Κινέζος υπουργός Άμυνας Γουέι Φενγκέ κατευθύνθηκε δυτικά πραγματοποιώντας επισκέψεις αυτή την εβδομάδα στην Ουγγαρία, τη Σερβία, την Ελλάδα και τη Βόρεια Μακεδονία για ενίσχυση της στρατιωτικής συνεργασίας. «Εάν κάποιοι Ευρωπαίοι θεωρούν ότι μπορούν να φθάσουν και να έχουν παρουσία στη Νότια Σινική Θάλασσα, πρέπει να γνωρίζουν ότι και η Κίνα μπορεί να έχει παρουσία στη Μεσόγειο», σχολίαζε ο Σουί Χονγκζιάνγκ διευθυντής Ευρωπαϊκών Σπουδών του Κινεζικού Ινστιτούτου Διεθνών Σπουδών, στο Global Times.cn.
Η Ουάσιγκτον και ο ίδιος κ. Μπάιντεν θεωρούν ότι ο αγώνας απέναντι στην Κίνα είναι ιδεολογικός. Της «συμμαχίας των Δημοκρατιών» απέναντι στον αυταρχισμό»...
Μιλώντας στους Νιου Γιορκ Τάιμς ο πρόεδρος του Κινεζικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχεσεων Γουάν Πενγκ δήλωσε ότι οι «ΗΠΑ όμως θα πρέπει να χαμηλώσουν τους τόνους για τη Δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα και να συζητούν περισσότερο για τη συνεργασία στις παγκόσμιες υποθέσεις». Η κινεζική κυβέρνηση λίγο πριν είχε δώσει στη δημοσιότητα έκθεση για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις… ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας ως επίλογο την κραυγή του Τζορτζ Φλόιντ στους αστυνομικούς λίγο πριν πεθάνει: «I can’t breathe».
Συγχρόνως όμως η αμερικανική εφημερίδα διαπιστώνει οι κινήσεις του Πεκίνου είναι και ένα μήνυμα ότι κρατά διαύλους ανοικτούς με δυο χώρες που το πυρηνικό πρόγραμμα τους κινητοποιεί την παγκόσμια κοινότητα και είναι στην κορυφή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, το Ιραν και τη Βόρειο Κορέα
Με το κολοσσιαίο σχέδιο Belt and Road Initiative (BRI) από το 2013 η Κίνα επενδύει μαζικά στις χώρες που βρίσκονται σε αυτόν τον νέο «δρόμο του μεταξιού», μεταξύ αυτών και αρκετές χώρες μέλη της ΕΕ, αλλά και των Δ. Βαλκανίων. Και δεν είναι τυχαίο ότι ορισμένα δημοσιεύματα κάνουν ειδική αναφορά στην αγορά λιμανιών καθώς η Κίνα έχει τον έλεγχο του 10% των τερματικών για κοντέινερ σε όλη την Ευρώπη, έχει υπογράψει MOU με κράτη της Βορείου Αφρικής, έχει εγκατασταθεί μέσω της Cosco στον Πειραιά και τον Ιούνιο 2019 το Ισραήλ υπέγραψε συμβόλαιο 25 ετών με την κινεζική εταιρία Shanghai International Port Group για το λιμάνι της Χάϊφα...
Η κοινή προσέγγιση Κίνας-Ρωσίας ότι εκδηλώνεται μια προσπάθεια επιβολής της «αμερικανικής ηγεμονίας» φέρνει τις δύο χώρες όλο και πιο κοντά και στον στρατιωτικό τομέα.
Η Κίνα συμμετείχε στην πρώτη κοινή ναυτική άσκηση στην Ανατολική Μεσόγειο με τη Ρωσία το 2015, ενώ το 2017 μια αρμάδα του κινέζικού Ναυτικού πραγματοποίησε άσκηση με πραγματικά πυρά στη Μεσόγειο πριν συν ασκηθεί και πάλι με το Ρωσικό Ναυτικό στη Μαύρη Θάλασσα, ενώ ακολούθησαν κοινές ασκήσεις Κίνας-Ρωσίας-Ιράν στον Κόλπο του Ομάν και στον Ινδικό Ωκεανό το 2019, μια πρωτοβουλία η οποία δικαιολογημένα προκάλεσε σοβαρή ανησυχία και προβληματισμό στην Ουάσιγκτον.
Οι Ευρωπαϊκές χώρες δεν θέλουν να ενταχθούν υποχρεωτικά σε ένα στρατόπεδο και να εμπλακούν έτσι σε μια αναβίωση του Ψυχρού Πολέμου καθώς πλέον υπάρχει ιδιαίτερα ισχυρή εξάρτηση οικονομική και εμπορική με την Κίνα.
Εάν όμως η κυβέρνηση Μπάιντεν επιμείνει σε αυτή τη στρατηγική αντιπαράθεσης ταυτόχρονα με τις δυο άλλες υπερδυνάμεις και επιλέξει να θέσει ως δίλημμα στους συμμάχους το «ή μαζι μας ή με τους εχθρούς μας», τότε οι επιλογές θα είναι πολύ δύσκολες. Και πρωτίστως για την Ελλάδα που η στρατηγική συνεργασία με την Κίνα δεν εξαντλείται στον τουρισμό, στις εμπορικές ανταλλαγές, στην τεχνολογία και τη ναυτιλία, αλλά έχει αποκτήσει βάθος λόγω της επένδυσης της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά…
ΠΗΓΗ: liberal.gr